HPV και καρκίνος του στοματοφάρυγγα.

Ο καρκίνος που οφείλεται στον ιό του HPV αποτελεί το 5% όλων των καρκίνων, συμπεριλαμβανομένων όλων των καρκίνων του τραχήλου. Σε τρέχουσες μελέτες, θεωρείται ότι από το έτος 2020 στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο καρκίνος του στοματοφάρυγγα θα συνδέεται σε ένα μεγάλο ποσοστό με τον ιό HPV, ξεπερνώντας ακόμη και τον καρκίνο του τραχήλου.

 Τι είναι το HPV;
Το HPV είναι μια ομάδα ιών από τους οποίους ορισμένοι τύποι προκαλούν κονδυλώματα στο δέρμα και άλλοι προκαλούν κονδυλώματα στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Ορισμένοι τύποι του HPV είναι γνωστό ότι προκαλούν καρκίνο της πρωκτογεννητικής περιοχής (ιδίως του τραχήλου και της μήτρας) και της περιοχής της κεφαλής και τραχήλου. Ο ιός HPV, και συχνότερα οι τύποι HPV 6 και 11,έχουν συσχετιστεί με καλοήθεις βλάβες του στόματος, στις οποίες περιλαμβάνονται το θήλωμα, η κοινή μυρμηκιά, το οξυτενές κονδύλωμα και η εστιακή επιθηλιακή υπερπλασία. Τα τελευταία χρόνια συσσωρεύονται στοιχεία από την ιατρικής έρευνα που υποδηλώνουν συμμετοχή του ιού HPV και σε καρκίνους της ευρύτερης περιοχής που εστιάζονται στη στοματική κοιλότητα, το στοματοφάρυγγα και το λάρυγγα. Ο καρκίνος σε αυτές τις περιοχές αποτελεί τον έκτο κατά σειρά συχνότητας τύπο καρκίνου στον άνθρωπο με ποσοστό πενταετούς επιβίωσης περίπου 45-50%. 

Ο βασικός αιτιολογικός παράγοντας για την πρόκληση καρκίνου στη στοματική κοιλότητα, το στοματοφάρυγγα και το λάρυγγα είναι το κάπνισμα και η μακροχρόνια χρήση αλκοόλ. Όμως, η παρατήρηση ότι η συχνότητα ανίχνευσης ιού HPV, κυρίως του ογκογόνου τύπου HPV 16, είναι 2-3 φορές υψηλότερη σε προκαρκινικές βλάβες, συγκριτικά με το φυσιολογικό βλεννογόνο του στόματος, υποδηλώνει πιθανότατη συμμετοχή του ιού στα πρώιμα στάδια της καρκινογένεσης. Μάλιστα σε ορισμένες μορφές καρκίνου, όπως στη βάση της γλώσσας και στις αμυγδαλές, ο ιός HPV ανιχνεύεται σε ποσοστό 80-90%. Από μελέτες βιολογικών δεικτών φαίνεται ότι ο ιός HPV είναι ενεργός εντός αυτών των βλαβών. 


Πώς μεταδίδεται ο HPV;
HPV μπορεί να μεταδοθεί με τη σεξουαλική επαφή, διότι βρίσκεται στο σάλιο, σπέρμα και στις εκκρίσεις των γεννητικών οργάνων. Οι καλοήθεις κρεατοελιές του δέρματος, που προκαλούνται από ορισμένους τύπους του ιού HPV, μεταδίδεται μέσω επαφής δέρμα με δέρμα. Εφ'όσον το HPV είναι σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, η χρήση προφυλακτικού μπορεί να μειώσει γενικά τον κίνδυνο για λοίμωξη.
Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «The New England Journal of Medicine» το 2007 διαπιστώθηκε ότι διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να νοσήσουν με καρκίνο του στοματοφάρυγγα άτομα τα οποία είχαν στοματικό σεξ με τουλάχιστον έξι διαφορετικούς εταίρους. Η ‘υπογραφή’ του DNA του HPV τύπου 16 παρατηρήθηκε σε άτομα τα οποία είχαν πολλαπλές επαφές με στοματικό έρωτα.

Εμβολιασμός έναντι του HPV 

Η υψηλή αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια των εμβολίων έναντι του ιού HPV είναι σήμερα τεκμηριωμένη. Ο εμβολιασμός απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες από την ηλικία των 12 έως 26 ετών, γίνεται ανεξάρτητα από την έναρξη ή όχι των σεξουαλικών επαφών και έχει επίσης εγκριθεί για τα αγόρια και τους άνδρες ηλικίας 9 έως 26 ( βρέθηκε να προστατεύουν απο κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων και του πρωκτού). Η συνεχώς αυξανόμενη εφαρμογή των εμβολίων έναντι του ιού ΗPV, πιθανότατα να προσφέρει ευεργετικά αποτελέσματα στην πρόληψη των HPV σχετιζόμενων καρκίνων στόματος, στοματοφάρυγγα και λάρυγγα, καθώς και των προκαρκινικών καταστάσεων που προηγούνται αυτών.

Αυξημένη καρκινογόνο δράση των τσιγάρων

The Health Consequences of Smoking – 50 Years 

Η επιστολή προς το FDA που έχει προσυπογράψει και η Αμερικανική Ακαδημία Ωτορινολαρυγγολογίας σχετικά με την αυξημένη καρκινογόνο δράση των τσιγάρων. Η νέα πληροφορία σχετικά με το θέμα αυτό είναι ότι ενώ κατά τα τελευταία 50 χρόνια το κάπνισμα έχει ελαττωθεί σημαντικά στην Αμερική (κάτω του 20% του πληθυσμού καπνίζει) ο καρκίνος του πνεύμονος στους καπνίζοντες έχει αυξηθεί κατά 10 φορές στις γυναίκες και διπλασιασθεί στους άνδρες (στους μη καπνίζοντες παραμένει σταθερός). 

Αυτό οφείλεται στο ότι τα "σύγχρονα" τσιγάρα είναι περισσότερο επιβλαβή. 


The SG Report provides compelling evidence of the increased risk to smokers: “Although the
prevalence of smoking has declined significantly over the past one-half century, the risks for smoking-related
disease and mortality have not. In fact, today’s cigarette smokers – both men and women – have a much
higher risk for lung cancer and chronic obstructive pulmonary disease (COPD) than smokers in 1964, despite smoking fewer cigarettes.” (emphasis added).

The Surgeon General found that, during the period 1959-2010, the risk of lung cancer to smokers
increased 10-fold for women and more than doubled for men, whereas the risk of lung cancer for those who
had never smoked remained the same. Thus, the Report concludes: “The evidence is sufficient to infer that
the relative risk of dying from cigarette smoking has increased over the last 50 years in men and women in the United States.”

The SG Report also establishes that the increased risk of lung cancer to smokers is due to the tobacco
industry’s changes in the design and composition of cigarettes. Specifically, the Report finds that the increase
in lung cancer risk is driven largely by a dramatic increase in the risk of adenocarcinoma of the lung, which
has become an increasing proportion of all lung cancers. In turn, the Report finds that “the increased risk of
adenocarcinoma of the lung in smokers results from changes in the design and composition of cigarettes since
the 1950s.” (emphasis added).

The Report notes two specific changes in design and composition that may be responsible for the increased risk of adenocarcinoma of the lung: an increase in highly carcinogenic tobacco-specific nitrosamines in U.S. cigarettes and the use of ventilation holes in filters that enable smokers to inhale more vigorously, thereby drawing carcinogens in the smoke more deeply into the lungs.

Αυτή η δημοσίευση είναι πολύ σημαντική για να κατανοήσουμε την σοβαρότητα των παραγόντων που εμπλέκονται στον εθισμό και επιβλαβών χαρακτηριστικών των τσιγάρων της "νέας εποχής". Οι παθήσεις που προκαλεί το κάπνισμα είναι γνωστές αλλά αντί να ελαττώνονται με τις εκστρατείες για την διακοπή του καπνίσματος, αυξάνονται. 

Η επιστολή προς το FDA ολοκληρώνει λέγοντας: "Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, το κάπνισμα έχει σκοτώσει περισσότερους από 20 εκατομμύρια Αμερικανούς. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να δώσουμε  στην καπνοβιομηχανία άλλα 50 χρόνια για να γίνουν τα τσιγάρα ακόμη πιο επικίνδυνο και εθιστικό από ό, τι είναι σήμερα"



STOP smoking to be a SOLUTION to the problem!

Κυστική ίνωση σχετίζεται με την χρόνια ρινοκολπίτιδα



Η κυστική ίνωση (cystic fibrosis) αποτελεί το πιο διαδεδομένο κληρονομικό νόσημα στην λευκή φυλή. Περίπου 1 στα 2000 παιδιά εκτιμάται ότι γεννιούνται κάθε χρόνο στην Ελλάδα με κυστική ίνωση, ενώ το 4-5% του πληθυσμού θεωρείται ότι είναι φορείς. Η κυστική ίνωση είναι μια πολυσυστηματική νόσος που προσβάλλει κυρίως το αναπνευστικό σύστημα, το πεπτικό - γαστρεντερικό σύστημα και το αναπαραγωγικό σύστημα

Η πάθηση αναγνωρίζεται στη βρεφική ή πρώτη παιδική ηλικία, αν και η εμφάνιση της παθήσεως σε μικρό αριθμό ασθενών καθυστερεί μέχρι την ήβη ή την πρώτη περίοδο της ενηλικιώσεως. Τα παιδιά με κυστική ίνωση προσβάλλονται από συχνότερες και παρατεταμένης διάρκειας αναπνευστικές λοιμώξεις, ενώ τα περισσότερα εμφανίζουν χρόνιο βήχα και συρίττουσα αναπνοή.

Tα παιδιά με κυστική ίνωση συχνά πάσχουν από χρονία παραρρινοκολπίτιδα. 10% από τα παιδιά, που πάσχουν αναπτύσσουν αποφρακτική ρινική πολυποδίαση, η οποία συνήθως είναι ανθεκτική στη φαρμακευτική θεραπεία. Το παθολογοανατομικό χαρακτηριστικό της κυστικής ίνωσης είναι η παραγωγή μιας παχύρρευστης, κολλώδους βλέννης από εξωκρινείς αδένες, που είναι κατά 30-60 φορές, πιο παχύρρευστη από τη βλέννη των φυσιολογικών εκκρίσεων. 

Οι παχύρρευστες αυτές εκκρίσεις προκαλούν απόφραξη της ρινός και τα επακόλουθα συμπτώματα της ρινοκολπίτιδας, όπως κεφαλαλγία, πόνο στο πρόσωπο, βήχα, παχύρρευστη ρινική καταρροή και πυρετό. 
Οι ρινικοί πολύποδες επίσης κάνουν την εμφάνιση τους πιο συχνά στους ασθενείς που πάσχουν από κυστική ίνωση με πιο αυξημένη επίπτωση στους ενήλικες (45%).



Διάγνωση
Η διάγνωση στην Ελλάδα γίνεται στον έλεγχο των νεογνών (newborn screening), αλλά υπό άλλες συνθήκες με την εμφάνιση πολλαπλών επεισοδίων ρινοκολπίτιδας οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στις φαρμακευτικές θεραπείες τότε γίνεται έλεγχος για κυστική ίνωση με τον απλό και γρήγορ τρόπο, διάγνωσης των ασθενών με το "τεστ ιδρώτα".
Εν συνεχεία για την πάθηση των παραρρίνιων κόλπων θα γίνει ενδοσκόπηση ρινός και ρινοφάρυγγα και αξονική τομογραφία σπλαγχνικού κρανίου στην περίπτωση της χειρουργικής αντιμετώπισης.

Αντιμετώπιση
Η συντηρητική  αντιμετώπιση των ρινοκολπίτιδων των ατόμων με κυστική ίνωση συνίσταται στις πλύσεις ρινός με φυσιολογικό ορό και τοπικά αποσυμφορητικά για καλύτερη παροχέτευση των ρινικών εκκρίσεων, όπως και αντιβιοτικά για την κάλυψη του φάσματος των μικροβίων που εμπλέκονται. Επί αποτυχίας των μακροχρόνιων συντηρητικών μέτρων οι ασθενείς υποβάλλονται σε ενδοσκοπική χειρουργική παραρρινίων κόλπων (FESS). Οι μελέτες δείχνουν ότι οι ασθενείς με κυστική ίνωση με χρόνια ρινοκολπίτιδα, έχουν αξιοσημείωτη βελτίωση των συμπτωμάτων τους, καθώς και της ποιότητας ζωής τους με τις ενδεικνυόμενες ενδοσκοπικές χειρουργικές θεραπείες.


ΒΙβλιογραφία
1Kramer RI. Otorhinolaryngologic complications of cystic fibrosis. Otolaryngol Clin North Am. 1977 Feb; 10(1):205-8.
2) Batsakis JG, El-Naggar AK. Cystic fibrosis and the sinonasal tract. Ann Otol Rhinol Laryngol. 1996 Apr; 105(4):329-30.
3) Adams GL, Hilger P. Cystic fibrosis. Arch Otolaryngol. 1980 Feb; 106(2):127-32.

Πυογόνο Κοκκίωμα

Το πυογόνο κοκκίωμα είναι μία καλοήθης βλάβη άγνωστης αιτιολογίας η οποία παρουσιάζεται στο δέρμα και στους βλεννογόνους. Εμφανίζεται ως ένας αγγειακός λοβωτός όγκος με πιο συχνή εντόπιση στον βλεννογόνο της στοματικής κοιλότητας και, λιγότερο συχνή, στο βλεννογόνο της ρινικής κοιλότητας. Αν και η αιτιολογία είναι ασαφής, το πυογόνο κοκκίωμα έχει συνδεθεί με μερικούς αιτιολογικούς παράγοντες όπως την εγκυμοσύνη, τα αντισυλληπτικά και τους μικροτραυματισμούς. Ως εκ τούτου συχνά χρησιμοποιείται ο όρος «όγκος της εγκυμοσύνης» για μια παραλλαγή του πυογόνου κοκκιώματος που εμφανίζεται στις έγκυες κατά τον 2ο και 3ο τρίμηνο κύησης.

Συμβουλές
Συμβουλευτείτε το γιατρό αν παρατηρήσετε κάποια ραγδαία ανάπτυξη του δέρματος ή των βλεννογόνων προκειμένου να τεθεί η διάγνωση. Είναι επιρρεπείς σε εύκολη αιμορραγία, οπότε η επίδεση ίσως χρειαστεί μέχρι την αντιμετώπιση της βλάβης.


Αντιμετώπιση
Αιμορραγούν εύκολα και για αυτό η θεραπεία τους κρίνεται επείγουσα. Αντιμετωπίζεται με χειρουργική αφαίρεση με τοπική αναισθησία, κρυοπηξία, ηλεκτροκαυτηριασμό ή laser.



Βιβλιογραφία
  1. Kapella M, Panosetti E, Rombaux P, Delos M, Weynand B: Lobular capillary haemangioma of the nasal cavity: observation of three specific cases. Acta Otorhinolaryngol Belg. 2001; 55(3):241-6.
  2. Demir Y, Demir S, Aktepe F: Cutaneous lobular capillary hemangioma induced
    by pregnancy. J Cutan Pathol. 2004 Jan; 31(1):77-80.
  3. Chen SY, Takeuchi S, Urabe K, et al.: Overexpression of phosphorylated-ATF2
    and STAT3 in cutaneous angiosarcoma and pyogenic granuloma. J Cutan Pathol. Aug 2008; 35(8):722-30.
  4. Joseph C Pierson Christine C Tam: Pyogenic Granuloma (Lobular Capillary
    Hemangioma)
  5. Pyogenic granuloma of the nasal cavity: Case presentation. Ch. Efthymiou, G. Stoubos, P. Theodorou

Παθολογία των σιελογόνων αδένων



Οι παρωτίδες και οι υπογνάθιοι σιελογόνοι αδένες, είναι οι μεγάλοι (μείζονες) αδένες που παράγουν το σάλιο και βρίσκονται σε επαφή με την κάτω γνάθο. Υπάρχουν και οι μικρότεροι υπόγλωσσιοι (ελάσσονες) αδένες που εντοπίζονται στο έδαφος του στόματος. Το σάλιο παίζει σημαντικότατο ρόλο στη διατήρηση της υγείας του βλεννογόνου του στόματος και των δοντίων, και διευκολύνει την ομιλία και την κατάποση.
Συχνά, μπορεί να νοσήσουν από διάφορες παθήσεις οι σιελογόνοι αδένες όπως φλεγμονώδους (ιογενούς ή μικροβιακής), αυτοάνοσης, λιθιασικής ή και νεοπλασματικής αιτιολογίας.

Η ιογενής παρωτίτιδα είναι η συνηθέστερη λοιμώδης νόσος των σιελογόνων αδένων. Όμως δεν είναι σπάνιες και οι βακτηριακές λοίμωξεις των μείζονων σιελογόνων αδένων, οι οποίες εμφανίζονται συνηθέστερα σε έδαφος σιελολιθίασης αλλά και μετά από ακτινοθεραπεία ή σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς.

Η πιο συχνές αιτίες για τις οποίες προσέρχεται ο ασθενής στον ιατρό, είναι:
- η διόγκωση του σιελογόνου αδένα
- πόνος
- πυρετός
- έκκριση πύου στο στόμα
Κακοήθεις παθήσεις: Λεμφώματα
Κακοήθεις όγκοι
Καλοήθεις παθήσεις:
  • Η σιελολιθίαση είναι μια σχετικά συχνή κλινική οντότητα, κατά την οποία παρατηρείται η δημιουργία λίθων μέσα στους σιελογόνους αδένες και στους εκφορητικούς τους πόρους. Είναι συνηθέστερη στους μείζονες σιελογόνους αδένες, και εκδηλώνεται κλινικά με διόγκωση και πόνο του αδένα, ιδίως κατά τη διάρκεια των γευμάτων, λόγω της παρακώλησης εκροής του σάλιου.
  • Οι φλεγμονές (ιογενής η βακτηριακή παρωτίτιδα). Βακτηριακή λοίμωξη προκαλείται από την στάση της σιέλου σε περίπτωση σιελολιθίασης και δημιουργείται μια επώδυνη διόγκωση με εκροή πύου στο στόμα.Οι καλοήθεις όγκοι

Αντιμετώπιση 

  • Οι φλεγμονές αντιμετωπίζονται με τα αντιβιοτικά και τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα.
  • Οι λιθιάσεις, είναι δυνατόν να εντοπισθούν και να αφαιρεθούν σήμερα με τη χρήση πολύ λεπτών ενδοσκοπίων (των σιαλενδοσκοπίων) χωρίς να απαιτηθεί χειρουργική επέμβαση.
  • Οι καλοήθεις όγκοι αφαιρούνται χειρουργικά. Η εγχείρηση είναι ιδιαίτερα λεπτή και απαιτεί εξειδίκευση και εμπειρία.
  • Οι κακοήθεις όγκοι πλην της χειρουργικής εξαίρεσης μπορεί να απαιτήσει ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία.
Χριστίνα Ευθυμίου, χειρουργός, ΩΡΛ

Παράλυση προσωπικού νεύρου

Παρεση προσωπικού νεύρου

Το προσωπικό νεύρο είναι το κατεξοχήν κινητικό νεύρο του προσώπου. Ευθύνεται για την κινητικότητα όλων των μιμικών μυών, των μυών δηλαδή που συνεργούν προκειμένου να έχουμε εκφραστικότητα. Έτσι, η παράλυση -προσωρινή ή μόνιμη- κλάδων ή και ολόκληρου του νεύρου προκαλούν σημαντική ασυμμετρία καθώς και λειτουργικά προβλήματα (ξηροφθαλμία λόγω αδυναμίας σύγκλισης των βλεφάρων, δυσκολία στην ομιλία λόγω παράλυσης της γωνίας των χειλιών κ.α.).

Ευτυχώς, το 85% των παραλύσεων του προσωπικού νεύρου οφείλονται στη λεγόμενη ιδιοπαθή παράλυση (παράλυση Bell). Η αιτιολογία παραμένει αδιευκρίνιστη αν και έχουν ενοχοποιηθεί ιογενείς λοιμώξεις και παρατηρείται σε μεγαλύτερη συχνότητα σε εγκύους γυναίκες. Η διάγνωση της ιδιοπαθούς παράλυσης γίνεται με τον αποκλεισμό άλλων αιτιών, ενώ η ίαση επέρχεται αυτόματα το αργότερο σε 6 μήνες και συνήθως δεν παραμένει καμία νευρολογική σημειολογία.

Οι μόνιμες παραλύσεις οφείλονται κατά κύριο λόγο σε:
  1. Κακώσεις με κατάγματα του κροταφικού οστού, 
  2. Μεγάλα τραύματα του προσώπου
  3. Νεοπλασίες (νευρινώματα, χολοστεατώματα, όγκοι του εγκεφάλου, όγκοι της παρωτίδας κ.α.) οι οποίες δημιουργούνται είτε λόγω διήθησης του νεύρου είτε ιατρογενώς κατά την εκτομή του.
  4. Αυτοάνοσα νοσήματα
  5. Μεταβολικές παθήσεις
Συμπτώματα

1. Ασυμμετρία στο πρόσωπο.
2. Πτώση του φρυδιού.
3. Απώλεια ρυτίδων στο μέτωπο και τα μάγουλα.
4. Πτώση της γωνίας του στόματος.
5. Ανεξέλεγκτα δάκρυα από το μάτι της πάσχουσας περιοχής.
6. Αδυναμία να κλείσει το μάτι στη πάσχουσα περιοχή.
7. Αδυναμία να σφίξει το χείλος ή να διατηρηθεί το φαγητό στο στόμα.
8. Προοδευτική ατροφία των μυών του προσώπου.
9. Απώλεια γεύσης της πάσχουσας πλευράς.

Θεραπεία

Η συντηρητική θεραπεία για να είναι αποτελεσματική πρέπει να αρχίσει άμεσα ή το αργότερο μέσα στις πρώτες τρείς ημέρες μετα την εγκατάσταση των συμπτωμάτων. Αν η θεραπεία ξεκινήσει δέκα ή περισσότερες ημέρες μετά τότε μειώνεται η αποτελεσματικότητα της. Περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή και φυσικοθεραπεία. Η φαρμακευτική αγωγή αποτελείται από αντιβίωση και κορτιζόνη. Αντιβίωση για την αντιμετώπιση της λοίμωξης και κορτιζόνη για την ελάττωση του οιδήματος του νεύρου και με τον τρόπο αυτό την αποσυμπίεση του. Συμπληρωματικά χορηγούνται στον ασθενή βιταμίνες, ιδιαίτερα του συμπλέγματος Β για την ενδυνάμωση του νεύρου και κολλύρια για την προστασία των κερατοειδών.
 
Κλινικές μελέτες δείχνουν επίσης ότι ο βελονισμός είναι τουλάχιστον εξίσου αποτελεσματικός με τα κορτικοστεροειδή και μπορεί να βελτιώσει την ανάκαμψη των ασθενών με παράλυση τύπου Bell, είτε ως μονοθεραπεία ή σε συνδυασμό με την φαρμακευτική αγωγή.



Βιβλιογραφία

1. May M. Differential diagnosis of facial nerve palsy. Otolaryngol Clin North Am1991, 24:613–645
2. TAVERNER D. The prognosis and treatment of spontaneous fαcial palsy. Proc R Soc Med 1959, 52:1077–1080.
3. A.Mallis. Peripheral facial nerve paralysis: Etiology, diagnosis and management. Archives of Hellenic Medicine 2010, 27(4):607–613

Εκκριτική ωτίτιδα (glue ear)

Eκκριτική ωτίτιδα

Η εκκριτική ωτίτιδα είναι μια πολύ συχνή νόσος και μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία, είναι δε ιάσιμη εφόσον αντιμετωπιστεί σωστά! Είναι πάθηση του μέσου ωτός, και συνίσταται στη συλλογή υγρού στο μέσο ούς λόγω δυσλειτουργίας ή απόφραξης της ευσταχιανής σάλπιγγας. Το υγρό στην εκκριτική ωτίτιδα είναι πρακτικά στείρο, αν και καλλιέργειες είναι θετικές για παρουσία μικροοργανισμών σε ποσοστό 40%. Η νόσος παρουσιάζεται σε παιδιά σε ποσοστό 70 έως 80%, αλλά μπορεί να παρουσιαστεί και σε οποιαδήποτε ηλικία. Απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξή της είναι ο φτωχός αερισμός της κοιλότητας του μέσου ωτός μέσω της ευσταχιανής σάλπιγγας.

Συχνότερες αιτίες που προκαλούν δυσλειτουργία της ευσταχιανής σάλπιγγας είναι:

-Ανώμαλη ή ατελής ανάπτυξη ευσταχιανής σάλπιγγας.
-Απόφραξη από υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων, κύστη ή όγκο ρινοφάρυγγα, πολύποδες ρινός.-Ιογενείς λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού.
-Αλλεργία.
-Υπερωιοσχιστία.
-Ακτινοθεραπεία
-Αυξομειώσεις της ατμοσφαιρικής πίεσης (π.χ. αεροπορικά ταξίδια, καταδύσεις)

Συμπτώματα

Η πάθηση χαρακτηρίζεται από ήπια έως μέτρια βαρηκοΐα και έντονο αίσθημα μπουκώματος (πληρότητας) του αυτιού. Στα παιδιά γίνεται αντιληπτή από τους γονείς, όταν παρατηρούν ότι το παιδί δεν ακούει καλά ή σε τυχαία ιατρική εξέταση. Η βαρηκοΐα μπορεί να φτάσει και τα 35-40 db HL και να συνοδεύεται από εμβοές (βουητά) διαφορετικής συχνότητας και έντασης, ωταλγία, μερικές φορές και από ίλιγγο, λόγω πίεσης του υγρού στην ωοειδή ή στρογγυλή θυρίδα.

Εάν εκλείψει η αιτία που προκαλεί την εκκριτική ωτίτιδα, η νόσος ιάται σε διάστημα 10-20 ημερών σε ποσοστό 90%.

Κύρια διαγνωστική μέθοδο αποτελεί η εξέταση του αυτιού με το μικροσκόπιο. Με τον τρόπο αυτό διαπιστώνεται όχι μόνο η παρουσία υγρού στην τυμπανική κοιλότητα, αλλά και η σύστασή του καθώς και τυχόν επαπειλούμενες χρόνιες αλλοιώσεις του μέσου ωτός. Η ανάπτυξη ζελατινώδους υφής στο περιεχόμενο υγρό ή η διαπίστωση επικίνδυνων εισολκών της τυμπανικής μεμβράνης απαιτεί πιο επιθετική θεραπευτική αντιμετώπιση. Όπου θεωρείται σκόπιμο τότε διενεργείται ακτινολογικός έλεγχος για παρουσία υπερτροφικών αδενοειδών εκβλαστήσεων σε παιδιά, όπως επίσης και η ενδοσκόπηση του ρινοφάρυγγα και ο απεικονιστικός έλεγχος (CT ή MRI ρινοφάρυγγα) σε ενήλικες.

Αντιμετωπιση

Η αντιμετώπιση της νόσου είναι φαρμακευτική και χειρουργική, ανάλογα με την αιτία που την προκαλεί και τη χρονική διάρκεια της νόσου. Τα φάρμακα επιλογής για την συντηρητική αντιμετώπιση του προβλήματος είναι τα αντιισταμινικά και τα ενδορινικά στεροειδή που μπορούν να συνδυαστούν με αντιβιοτικά και ρινοπλύσεις όταν συνυπάρχει πυώδης ρινίτιδα. Συγχρόνως προτείνονται και ασκήσεις που βοηθούν στη διάνοιξη της ευσταχιανής σάλπιγγας.

Παρουσία υγρού στην κοιλότητα του μέσου ωτός για χρονικό διάστημα άνω των δύο μηνών αποτελεί ένδειξη για παρακέντηση του τυμπανικού υμένα (μυριγγοτομή) και αναρρόφηση του υγρού, προκειμένου να αποφευχθούνοι επιπλοκές όπως η δημιουργία συμφύσεων ανάμεσα στα οστάρια και στα τοιχώματα του μέσου ωτός, καθώς και η μετάπλαση του πλακώδους επιθηλίου σε εκκριτικό. Το χρονικό διάστημα των δύο μηνών είναι συνάρτηση διαφόρων παραγόντων. Εάν ο ασθενής είναι ενήλικας και η εκκριτική ωτίτιδα μονόπλευρη με σημεία βελτίωσης, η παρακέντηση του τυμπάνου μπορεί να καθυστερήσει ή να αποφευχθεί. Εάν όμως ο ασθενής είναι παιδί σε σχολική ηλικία, με μαθησιακές δυσκολίες και αμφοτερόπλευρη νόσο, είναι προτιμότερο να αντιμετωπιστεί νωρίτερα χειρουργικά.

Η μυριγγοτομή μπορεί να συνοδεύεται ή όχι από την τοποθέτηση σωληνίσκων αερισμού (Grommets). Είναι σωλινίσκοι μικρών διαστάσεων που τοποθετούνται εύκολα, αποβάλλονται σιγά-σιγά από τον οργανισμό και σκοπός τους είναι να κρατούν ανοιχτή την παρακέντηση και να επιτρέπουν τον αερισμό του μέσου ωτός για χρονικό διάστημα μερικών μηνών.

Στα παιδιά, αλλά και σε ορισμένους ενήλικες, η επέμβαση αυτή γίνεται υπό γενική αναισθησία. Αποτελεί μια επέμβαση που πραγματοποιείται σε περιορισμένο ανατομικά χώρο και δεν υπάρχει λόγος για περιττούς τραυματισμούς, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να αντιμετωπισθούν και συνοδές παθήσεις, όπως η υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις η επέμβαση πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία. Ο ασθενής εξέρχεται αυθημερόν από το νοσοκομείο και λαμβάνει ολιγοήμερη αντιβιοτική αγωγή.

Χριστίνα Ευθυμίου. ΩΡΛ Χειρουργός