ΚΟΜΒΙΑ (ΟΖΙΔΙΑ) ΦΩΝΗΤΙΚΩΝ ΧΟΡΔΩΝ


Τα οζίδια είναι η πιο συχνή καλοήθης κάκωση των φωνητικών χορδών σε παιδιά και ενήλικες. Πρόκειται για υπόλευκα εξογκώματα που εμφανίζονται αμφοτερόπλευρα συνήθως στην μεσότητα των φωνητικών χορδών και είναι αποτέλεσμα του συνεχούς τραυματισμού του λάρυγγα (φωνότραυμα) και της κακής χρήσης φωνής (κραυγές, φωνές, ομιλία σε θορυβώδες περιβάλλον, βήχας, συχνός καθαρισμός λαιμού κλπ).

Εμφανίζονται πιο συχνά σε γυναίκες, κωφά παιδιά, τραγουδιστές, παρουσιαστές, δασκάλους (επαγγελματίες χρήστες φωνής).

Οι ασθενείς με οζίδια συχνά αναφέρουν ότι πρέπει να καθαρίζουν τον λαιμό τους συνέχεια και αισθάνονται ότι υπάρχει βλέννα ή κάποιο ξένο αντικείμενο στο λαιμό. Παρατηρούν ότι η φωνή τους χειροτερεύει όταν μιλούν συνεχώς (φωνητική κόπωση), καθώς μπορεί όταν ξυπνούν το πρωί να έχουν φυσιολογική φωνή αλλά όσο περνά η μέρα η φωνή τους αλλάζει και παρουσιάζεται δυσφωνία.
 






Θεραπεία
Σε οζίδια πρώιμων σταδίων συνήθως προτείνεται φωνοθεραπεία: εντοπίζεται η κακή φωνημική συμπεριφορά, περιορίζεται η κατάχρηση φωνής, χρησιμοποιούνται οι κατάλληλες μέθοδοι που διευκολύνουν την παραγωγή φωνής με ευχέρεια και άνεση, εντοπίζεται η κατάλληλη προσέγγιση για τον ασθενή που λειτουργεί καλύτερα ως τρόπος εξάσκησης. Χρησιμοποιούνται κυρίως ασκήσεις προσαρμοσμένες στις ανάγκες κάθε ασθενή και συνήθως περιλαμβάνουν πρακτικές περιορισμού της κατάχρησης (αφωνία, μείωση έντασης), εγκατάσταση νέου ύψους φωνής (συνήθως υποβοήθηση για αύξηση του ύψους), χαλάρωση του λάρυγγα, μείωση των επιπτώσεων της έντασης από τη γλωττιδική υπερλειτουργικότητα (χασμουρητό-αναστεναγμός). Οι πρακτικές αυτές εφαρμόζονται στα πλαίσια ενός ατομικού θεραπευτικού προγράμματος κάτω από την καθοδήγηση λογοθεραπευτή ειδικευμένου στις διαταραχές φωνής.


Χειρουργική θεραπεία συστήνεται μόνο εάν και μετά από συντηρητική θεραπεία δεν υποχωρήσουν τα οζίδια. Η επέμβαση γίνεται με μικροχειρουργική τεχνική. Τις περισσότερες φορές εφαρμόζεται φωνοθεραπεία προ και μετά της χειρουργικής επέμβασης. Αυτό συμβαίνει γιατί με τη σωστή λογοθεραπευτική προσέγγιση μπορεί να περιοριστούν σε μάζα οι όζοι προ-εγχειρητικά και οι φωνητικές χορδές να υποστούν μικρότερη τομή. Επίσης, η φωνοθεραπεία είναι πολύ σημαντική και μετεγχειρητικά καθώς τα οζίδια έχουν την τάση να επανεμφανίζονται ακόμη και μετά την αφαίρεσή τους εάν συνεχιστεί ο τραυματισμός των φωνητικών χορδών από την κατάχρηση φωνής.

ΩΤΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΥΣΗ

Η ελεύθερη κατάδυση και το υποβρύχιο κυνήγι είναι δραστηριότητες που προϋποθέτουν καλή φυσική κατάσταση και άριστη λειτουργία των αυτιών, της μύτης και των παραρρίνιων κόλπων, των αεροφόρων κοιλοτήτων στο προσωπικό κρανίο. Όπως είναι γνωστό σε όσους ασχολούνται με την κατάδυση, περισσότερο από 50% των εμφανιζομένων προβλημάτων αφορούν τον Ωτορινολαρυγγολόγο και περισσότερο από 90% των προβλημάτων αυτών αφορούν τα αυτιά.


Σε φυσιολογικές συνθήκες η πίεση του αέρα στο αυτί εξισορροπείται με την ατμοσφαιρική, λόγω της λειτουργίας της ευσταχιανής σάλπιγγας, η οποία είναι κλειστή και ανοίγει κατά την κατάποση, το χασμουρητό ή ενεργητικά με την μέθοδο Valsava (Κρατώντας ελαφρά τα ρουθούνια και κλείνοντας το στόμα εκπνέουμε τον αέρα και τον σπρώχνουμε προς τα αυτιά χρησιμοποιώντας τους μύες του λαιμού και του προσώπου και σε καμία περίπτωση το στήθος ή την κοιλιά). 
Κατά την κατάδυση όμως, η σάλπιγγα λειτουργεί σαν ‘φλοτέρ’ και παραμένει κλειστή υπό πίεση, με αποτέλεσμα τη δημιουργία “βαροτραύματος”, εκτός και εάν ο δύτης την ανοίξει εκούσια. Κατά την ανάδυση, αντίθετα, η σάλπιγγα ανοίγει σχετικά εύκολα.

ΠΡΟΔΙΑΘΕΣΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΒΑΡΟΤΡΑΥΜΑΤΟΣ





Έξω ακουστικός πόρος

  • Πόνος στο αυτί, από την δημιουργία “κενού”, λόγω αρνητικής πίεσης που οδηγεί στη δημιουργία μικρών αιμορραγιών στο δέρμα του έξω ακουστικού πόρου και στο τύμπανο. Με την παραπάνω αύξηση της πίεσης έχουμε τη δημιουργία αιμορραγικών φυσαλίδων. Για την κατάσταση αυτή δεν χρειάζεται ιδιαίτερη θεραπεία πέρα από κάποια αναλγητικά, εκτός αν δημιουργηθεί φλεγμονή. Σε οποιαδήποτε πάντως περίπτωση, οι καταδύσεις θα πρέπει να σταματήσουν μέχρι την πλήρη ίαση.
  • Εξωτερική ωτίτις,  αποτελεί φλεγμονή του έξω ακουστικού πόρου, από μικρόβια, που αναπτύσσονται λόγω συνθηκών υγρασίας και υψηλής θερμοκρασίας. Είναι μία κατάσταση που επιδεινώνεται από το στέγνωμα και τον καθαρισμό του αυτιού μετά την κατάδυση με μπατονέτες.
Μέσω αυτί
Το βαρότραυμα του μέσου αυτιού αποτελεί το πιο συχνό πρόβλημα των καταδύσεων και αυτό γιατί η ευσταχιανή σάλπιγγα δεν μπορεί να ανοίξει και να επιτρέψει την εισαγωγή αέρα στο μέσο αυτί, εξισορροπώντας έτσι την αυξημένη πίεση που υπάρχει στον έξω ακουστικό πόρο και στους υπόλοιπους ιστούς του δύτη.
Εδώ θα πρέπει να τονισθεί ιδιαίτερα ότι τα πρώτα 10-11 μέτρα κάτω από την επιφάνεια, αποτελούν το κρίσιμο όριο για την εξισορρόπηση της πίεσης των αυτιών. Ο δύτης ο οποίος δεν μπορεί να επιτύχει την εξισορρόπηση, είναι δυνατόν, πολλές φορές, να εμφανίσει τα πρώτα συμπτώματα μόλις αρχίσει την κατάδυση και κατά κανόνα είναι αδύνατον να συνεχίσει χωρίς να παρουσιάσει έντονο πόνο καθώς και ρήξη του τυμπάνου, βαρηκοΐα και ίλιγγο.

ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ:
  • Αποσυμφορητικά ρινικά spray (Οι σταγόνες και τα spray δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για παραπάνω από μία εβδομάδα συνέχεια)
  • Συστηματική χορήγηση αποσυμφορητικών
  • Χειρισμός Valsava
  • Κατάδυση "με τα πόδια"


Αντίστροφο βαρότραυμα: Επέρχεται κατά την ανάδυση σε περίπτωση που η ευσταχιανή παραμένει κλειστή με αποτέλεσμα:
  • δυνατό πόνο 
  • ζάλη
  • αιμορραγία στο αυτί, 
  • ρήξη του τυμπάνου και 
  • μόνιμη απώλεια ακοής.
Έσω αυτί
Είναι δυνατόν να προκληθεί και βαρότραυμα του έσω ωτός, όταν, σε αποτυχία εξισορρόπησης της πίεσης κατά την κατάδυση, προκληθεί ρήξη ευένδοτων σημείων όπως είναι η ωοειδής και η στρογγύλη θυρίδα με αποτέλεσμα την εμφάνιση αιφνίδιας βαρηκοΐας, ιλίγγου και εμβοών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί ότι οι δύο μορφές βαροτραύματος, δυνατόν να συνυπάρχουν και θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στη σωστή εκτίμηση και αντιμετώπιση από τον ωτορινολαρυγγολόγο.
Πρόγνωση:
Ο ίλιγγος είναι συνήθως παροδικός ενώ η βαρηκοΐα, της οποίας ο βαθμός και η σοβαρότητα διαφέρουν, σταθεροποιείται ή/και επανέρχεται στο φυσιολογικό, στους επόμενους 2-3 μήνες.
Εάν δεν υπάρξει επιδείνωση των συμπτωμάτων αυτών, ο ασθενής μπορεί να επανέλθει σε ήρεμες δραστηριότητες μετά από 2 εβδομάδες και σε πλήρη δραστηριότητα σε 2 μήνες.

ΠΡΟΛΗΨΗ
Τα περισσότερα ωτολογικά προβλήματα από καταδύσεις μπορούν να αποφευχθούν εάν γίνει καλός προληπτικός έλεγχος του υποψήφιου δύτη. Κυρίως ελέγχεται η ανατομική ακεραιτότητα και λειτουργικότητα των αυτιών με ιδιαίτερη έμφαση στην ευσταχιανή σάλπιγγα. Επειδή η λειτουργία της τελευταίας επηρεάζεται από παρακείμενα όργανα είναι απαραίτητος και ο έλεγχος της μύτης, των παραρρινικών κόλπων και του ρινοφάρυγγα. Ο έλεγχος αυτός πρέπει να περιλαμβάνει τις εξής εξετάσεις: Ωτοσκόπηση, τονικό ακοόγραμμα, εκτέλεση δοκιμασία Valsalva, ενδοσκόπηση μύτης και ρινοφάρυγγα, ακτινογραφία παραρρινικών κόλπων και έλεγχο του οπίσθιου λαβυρίνθου όταν υπάρχει ιστορικό κρίσεων ιλίγγου. Με την δοκιμασία Valsalva ελέγχουμε την ευσταχιανή σάλπιγγα παρακολουθώντας τις κινήσεις του τυμπάνου υπό το μικροσκόπιο. Αυτό μπορεί να γίνει και με τον τυμπανογράφο..

Η ενδοσκόπηση της μύτης και του ρινοφάρυγγα είναι εξέταση που εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια και όλοι συμφωνούν ότι ο εξεταστής μπορεί πραγματικά να εκπλαγεί διακρίνοντας αλλοιώσεις που είναι αδύνατο να φανούν με την πρόσθια ή οπίσθια ρινοσκόπηση. Ενδεικτικά αναφέρεται η διογκωμένη μέση ρινική κόγχη, o στενωμένος μέσος ρινικός πόρος, μικροί πολύποδες στο μέσο ρινικό πόρο, πυώδεις εκκρίσεις από το στόμιο κάποιου παραρρινικού κόλπου, μικρό αιμαγγείωμα, υπερτροφικός ιστός ρινοφάρυγγα και διογκωμένα σαλπιγγικά ογκώματα από υπερτροφικό και πλαδαρό βλεννογόνο.

ΚΡΕΑΤΑΚΙΑ (ΑΔΕΝΕΟΕΙΔΕΙΣ ΕΚΒΛΑΣΤΗΣΕΙΣ)

Τα «κρεατάκια» (αδενοειδείς εκβλαστήσεις) είναι λεμφικός ιστός (λεμφαδένες) που συμμετέχει στην άμυνα του οργανισμού. Ο ρόλος τους συνίσταται στο να αναγνωρίζουν τα διάφορα μικρόβια και τους ιούς και να δημιουργούν αντισώματα εναντίον τους ενεργοποιώντας έτσι την άμυνα του οργανισμού. Καθώς οι παθογόνοι μικρο-οργανισμοί εισέρχονται με τον αέρα από το στόμα και την μύτη στον οργανισμό, τα κρεατάκια είναι τοποθετημένα στην πίσω επιφάνεια της μύτης  αποτελώντας ένα φίλτρο-εμπόδιο στην είσοδό τους.

Η λειτουργία τους όπως και των αμυγδαλών είναι αυξημένη στα πρώτα χρόνια της ζωής και μειώνεται, καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα του παιδιού ωριμάζει. Μετά την ηλικία των 15 ετών τα κρεατάκια αρχίζουν να συρρικνώνονται ταχύτατα και εξαφανίζονται σχεδόν σε όλα τα παιδιά.
Η πιο έντονη συμπτωματολογία φαίνεται να εμφανίζεται μεταξύ των ηλικιών 2 με 5 όταν οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις αρχίζουν να εμφανίζουν υπερπλασία και υπερτροφία.

 

Οι παθολογικές καταστάσεις που δημιουργεί η διόγκωση τους είναι:

  1. Το «υγρό στο αυτί» ή αλλιώς η Εκκριτική Ωτίτιδα, καθώς οι αδενοειδείς αποφράσσουν το στόμιο της Ευσταχιανής σάλπιγγας (ενός σωληνίσκου που χρησιμεύει για την είσοδο αέρα, την εξίσωση της πίεσης και την απομάκρυνση της βλέννας από το αυτί) με αποτέλεσμα το «βουλωμένο» αυτί και την βαρηκοΐα.
    1. Αποτελούν δεξαμενή μικροβίων με αποτέλεσμα την εμφάνιση φλεγμονής –αδενοειδίτιδας-  και στη συνέχεια επαναλαμβανομένων επεισοδίων Oξείας Μέσης Ωτίτιδας (συνεχή,έντονο πόνο, πυρετό, κλάμα, κακή διάθεση, διάτρηση του τυμπάνου, ωτόρροια πύου από τον έξω ακουστικό πόρο). 
  2.  Το Σύνδρομο Αποφρακτικής Υπνικής Άπνοιας (Ροχαλητό και άπνοιες).
  3. Διαταραχές στην όσφρηση που μέχρι ενός σημείου ευθύνεται και για την μειωμένη όρεξη που έχουν τα παιδιά με υπερτροφικά κρεατάκια.
  4. Καθώς οι υπερτροφικές αδενοειδείς  αποφράσσουν την μύτη, παρεμποδίζοντας την ροή του αέρα και την απομάκρυνση των εκκρίσεων, τα παιδιά που εμφανίζουν χρόνια  ρινοκολπίτιδα (ιγμορίτιδα) – δηλαδή πολλαπλά επεισόδια ιγμορίτιδας- φαίνεται να ωφελούνται από την αφαίρεσή τους, όταν η φαρμακευτική αγωγή έχει αποτύχει.
Η θεραπεία των αδενοειδών εκβλαστήσεων όταν προκαλούν συμπτώματα είναι η χειρουργική αφαίρεση ( αδενοτομή ) η οποία γίνεται μέσα από το στόμα με γενική αναισθησία. Όταν συνυπάρχει υπερτροφία των αμυγδαλών η αδενοτομή συνδυάζεται με αμυγδαλεκτομή ενώ εφόσον κριθεί απαραίτητο αντιμετωπίζεται και η συλλογή υγρού στα αυτιά με παρακέντηση και τοποθέτηση σωληνίσκων.

Μαύροι Κύκλοι γύρω απο τα μάτια

 
Παρά το γεγονός ότι οι μαύροι κύκλοι (περιοφθαλμική υπερμελάγχρωση) γύρω από τα μάτια είναι πολύ συνηθισμένη κατάσταση υπάρχουν λίγες επιστημονικές ανακοινώσεις που περιγράφουν την παθογένεσή τους.  Mαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια εμφανίζονται στους άνδρες στις γυναίκες αλλά και σε παιδιά και συχνά δεν είναι σημάδι  εξάντλησης ή σοβαρής ασθένειας

 Αιτίες περιοφθαλμικής υπερμελάγχρωσης
  • Αλλεργίες
  • Ατοπική δερματίτιδα
  • Κληρονομικότητα
  • Σωματικό ή συναισθηματικό στρες
  • Κάπνισμα
  • Χρόνια χρήση αλκοόλ
  • Ρινική απόφραξη
  • Έλλειψη ύπνου
  • Αφυδάτωση
  • Διαταραχές μελάγχρωσης δέρματος
  • Εκθεση στον ήλιο
  • Προχωρημένη ηλικία (λόγω απώλειας λίπους και κολλαγόνου)
  • Λεπτό και διαφανές δέρμα βλεφάρων
  • Επίμονο τρίψιμο ματιών
  • Υπερτροφία αδενοειδών εκβλαστήσεων
Αλλεργική ρινίτιδα και μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια
Μεταξύ των συμπτωμάτων της αλλεργικής ρινίτιδας περιλαμβάνεται και το παρατεταμένο μπούκωμα της μύτης. Το μπούκωμα της μύτης οφείλεται σε συμφόρηση του ρινικού βλεννογόνου, δηλαδή τη λίμναση φλεβικού αίματος στα αγγεία του βλεννογόνου της μύτης. Στα παιδιά και τους ενήλικες με μπουκωμένη μύτη οι φλέβες γύρω από τα μάτια είναι ανίκανες να παροχετευτούν στις ρινικές φλέβες που ήδη είναι γεμάτες με φλεβικό αίμα που λιμνάζει.
Αποτέλεσμα αυτής της κακής λειτουργίας του αίματος από τις φλέβες γύρω από τα μάτια προς τις φλέβες του ρινικού βλεννογόνου είναι οι περιοφθαλμικές φλέβες να αυξήσουν τη διάμετρό τους και το σκούρο χρώμα τους να φαίνεται ως μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια του πάσχοντος.

Υπερτροφικές αδενοειδείς εκβλαστήσεις (κρεατάκια) και μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια
 

Οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις ή κρεατάκια αποτελούνται από λεμφικό ιστό, όπως οι αμυγδαλές και υπερτρέφονται στην παιδική ηλικία. Η υπερροφία αυτή υποχωρεί με την εφηβεία και σπανίως διατηρείται στην ενήλικη ζωή.
Η αφαίρεση των αδενοειδών εκβλαστήσεων σε ένα παιδί, του αποκαθιστά τη ρινική αναπνοή, το φυσιολογικό ύπνο και εξαφανίζει τους μαύρους κύκλους γύρω από τα μάτια του. Σε μερικά παιδιά μπορεί οι μαύροι κύκλοι να δημιουργούνται από την ταυτόχρονη συνύπαρξη αλλεργικής ρινίτιδας, χρόνιας ρινοκολπίτιδας και υπερτροφίας των αδενοειδών εκβλαστήσεω. 


Οι μαύροι κύκλοι στα μάτια, στην πλειοψηφία τους, δεν είναι ιατρικό πρόβλημα και γιαυτό αντιμετωπίζονται πρακτικά με διάφορους απλούς τρόπους και   ελάχιστα έξοδα. όπως οι παρακάτω.

Εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων: Κρύες κομπρέσες εφαρμόζονται στο  δέρμα των οφθαλμικών κόγχων και των βλεφάρων με κλειστά τα μάτια, επί 20 δευτερόλεπτα, ακολουθεί απομάκρυνση των επιθεμάτων για 20 δευτερόλεπτα, επανατοπθέτηση για 20 δευτερόλεπτα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να διαρκέσει 5 λεπτά μια ή περισσότερες φορές την ημέρα.  Η εφαρμογή του ψυχρού επιθέματος περιορίζει τη διαστολή των φλεβιδίων, που υπάρχουν κάτω από την επιδερμίδα του δέρματος, στα οποία λιμνάζει το φλεβικό αίμα, και επιταχύνει την κυκλοφορία αρτηριακού αίματος, που γίνεται με τα αρτηρίδια του αγγειακού πλέγματος των βλεφάρων.

Χρησιμοποίηση υπερυψωμένου μαξιλαριού. Αυτή παρεμποδίζει την επιδείνωση του σακουλιάσματος των κάτω βλεφάρων. Οι σακούλες κάτω από τα μάτια επιδεινώνονται με την πάροδο των ετών, λόγω προοδευτικής ανεπάρκειας των λεμφαγγείων και των φλεβιδίων του δέρματος των βλεφάρων.

Διατηρηση ομαλό κύκλο του ύπνου.
 
Ανακούφιση και περιορισμός της ρινικής συμφόρησης και του μπουκώματος της μύτης . Με πλύσεις ρινός με υπέρτονο διάλυμα φυσιολογικού ορού.

Μαύρα γυαλιά και αντηλιακό. Παρά το γεγονός ότι ένα μαύρισμα μπορεί να κρύψει τους μαύρους κύκλους σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε μακροπρόθεσμη βάση, η επιπλέον χρωστική ουσία που παράγει μπορεί να κάνει κύκλους χειρότερα. 


Καλλυντικά. Εκατοντάδες κρέμες δέρματος που ισχυρίζονται ότι μειώνουν ή εμποδίζουν  κυκλους κάτω από τα μάτια.



Βελονισμός. Μειώνει η ποκαλεί εξάλειψη των μάυρων κύκλων και του πρηξίματος κάτω από τα μάτια

Βελονισμός στην αντιμνετώπιση της αλλεργικής ρινίτιδας.

Βελονισμός στην Αλλεργική Ρινίτιδα

Η αλλεργική ρινίτιδα προσβάλει το 10-20% του πληθυσμού των Η.Π.Α. και κατατάσσεται στην 6η κατά σειρά χρόνια νόσο ξεπερνώντας τις καρδιοπάθειες.  Στην Ελλάδα η συχνότητα της αλλεργικής ρινίτιδας κυμαίνεται στο 10% του πληθυσμού.

Η εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα είναι μια συχνή πάθηση που προκαλείται από αλλεργία σε διάφορα αλλεργιογόνα. Τα αλλεργιογόνα αυτά μπορεί να είναι η γύρη που αιωρείται από δέντρα, λουλούδια, χόρτα, γρασίδια ή ακόμη από αγριόχορτα. Επίσης τα αλλεργιογόνα μπορεί να είναι σπόρια από μύκητες.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ
Στα τυπικά συμπτώματα της εποχιακής αλλεργικής ρινίτιδας περιλαμβάνονται η ρινική συμφόρηση ή απόφραξη, το υδαρές ρινικό έκκριμα, οι παροξυσμικοί πταρμοί και ο κνησμός της ρινός μετά από έκθεση σε γνωστό αλλεργιογόνο. Μερικοί ασθενείς παραπονούνται για κνησμό στο φάρυγγα ή την υπερώα. Η παροχέτευση του περιεχομένου της ρινός στο φάρυγγα έχει ως αποτέλεσμα τις συχνές προσπάθειες καθαρισμού του φάρυγγα (ξηρός χαρακτηριστικός βήχας ή βραχνάδα). Συχνά την αλλεργική ρινίτιδα συνοδεύουν πονοκέφαλοι, άλγος υπεράνω των παραρρινικών κόλπων, υποτροπιάζουσα επίσταξη, γενικευμένη αδυναμία και καταβολή, ανοσμία και μερικές φορές απώλεια της αίσθησης της γεύσης.


Βελονισμός: Ο βελονισμός είναι δυνατό να:
  •  μειώσει την ένταση των συμπτωμάτων, 
  •  τη διάρκεια τους και να αυξήσει 
  •  το διάστημα μεταξύ των παροξυσμών.

Οι συνεδρίες βελονισμού επαναλαμβάνονται 1 με 2 φορές την εβδομάδα μέχρι την ύφεση των συμπτωμάτων. Εφόσον υπάρχει εποχιακή κατανομή της νόσου, είναι σκόπιμο να επαναληφθεί το θεραπευτικό πρωτόκολλο πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων, με λιγότερες όμως συνεδρίες Βελονισμού. Τα συστηματικά χορηγούμενα αντιϊσταμινικά δεν επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του Βελονισμού, σε αντίθεση με τα τοπικά εισπνεόμενα κορτικοειδή, τα οποία είναι δυνατόν να επιβραδύνουν την εμφάνιση του βελονιστικού αποτελέσματος. Σε καμία πάντως περίπτωση, φάρμακα που χορηγούνται από μακρού δεν διακόπτονται απότομα. Οποιαδήποτε προοδευτική μείωση της δόσης των φαρμάκων που λαμβάνει ο ασθενής, γίνεται πάντα με την σύμφωνη γνώμη του θεράποντος ιατρού και με γνώμονα την κλινική βελτίωση του ασθενή.



Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να ωφελήσει και η ανοσοθεραπεία ή να προβούμε σε χειρουργικές επεμβάσεις αν συνυπάρχει στραβό ρινικό διάφραγμα και μόνιμη υπερτροφία ρινικών κογχών ή πολύποδες.



Συμπεράσματα

Η αλλεργική ρινίτιδα είναι αποτέλεσμα γενετικής και περιβαλλοντικής επίδρασης. Η θεραπεία της βασίζεται στην αποφυγή των αλλεργιογόνων (π.χ. να χρησιμοποιούμε ειδικά υποαλλεργικά σεντόνια και μαξιλαροθήκες, να σκουπίζουμε με ηλεκτρική σκούπα συχνά την κρεβατοκάμαρα), και στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή (χάπια και ρινικά σπρέι). Πολύ χρήσιμο στην αντιμετώπιση είναι και ο βελονισμός.

Καλό είναι να τονίσουμε ότι, η αλόγιστη και για μακρύ χρονικό διάστημα, χρήση αποσυμφορητικών σπρέι στη μύτη καταστρέφει τον ρινικό βλεννογόνο με πολύ δυσάρεστες συνέπειες για την υγεία μας. Άρα δεν πρέπει να πέφτουμε στον πειρασμό να χρησιμοποιούμε τα σπρέι που διαφημίζονται ακόμη και στην τηλεόραση χωρίς να συμβουλευτούμε τον ωτορινολαρυγγολόγο που θα κάνει τη διάγνωση και θα συστήσει τη σωστή θεραπεία.
Τα άτομα εκείνα που δεν ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στη θεραπεία, θα πρέπει να παραπέμπονται στον αλλεργιολόγο προκειμένου να υποβληθούν σε θεραπεία ειδικής απευαισθητοποιήσεως (ανοσοθεραπεία).
Συμπερασματικά η αλλεργική ρινίτιδα λοιπόν είναι μια πολύ συχνή πάθηση που ταλαιπωρεί χιλιάδες συνανθρώπους μας, και όχι μόνο την άνοιξη, αλλά με την κατάλληλη αγωγή μπορεί να αντιμετωπιστεί και να βελτιώσει την καθημερινή ποιότητα ζωής.


Βιβλιογραφία
1. Charlie C L Xue, Xuedong  Acupuncture for persistent allergic rhinitis: a randomised, sham-controlled trial. Med J Aust 2007; 187 (6): 337-341.
2. Man LX. Complementary and alternative medicine for allergic rhinitis. Curr Opin Otolaryngol Head Neck Surg. 2009 Jun;17(3):226-31. Review.
3. Kim JI, Lee MS, Jung SY, Choi JY, Lee S, Ko JM, et al. Acupuncture for persistent allergic rhinitis: a multi-centre, randomised, controlled trial protocol. Trials. 2009 Jul 14;10:54.
4. Blanc PD, Trupin L, Earnest G, Katz PP, Yelin EH, Eisner MD. Alternative therapies among adults with a reported diagnosis of asthma or rhinosinusitis : data from a population-based survey. Chest. 2001;120(5):1461-1467.


Βουητά στα αυτιά...(Tinnitus)


Ενοχλητικοί θόρυβοι στα αυτία

Οι εμβοές είναι εσωτερικοί ήχοι ποικίλης έντασης, τους οποίους αντιλαμβάνεται κάποιο άτομο στο αυτί ή στα αυτιά του ή στο κεφάλι του, και δεν προέρχονται από εξωτερικό ακουστικό ερέθισμα. Πολλά άτομα παραπονούνται για εμβοές στ’αυτιά τους, που είναι ανυπόφορες και οι οποίες μπορεί να να υποκρύπτουν διάφορες διαταραχές του συστήματος της ακοής. Οι εμβοές μπορεί να μοιάζουν σαν τα παράσιτα του ραδιοφώνου  ή ως μονότονοι συνεχείς ή διακοπτόμενοι ήχοι που μπορεί να φεύγουν και να επανέρχονται. Μερικές φορές οι εμβοές γίνονται αντικειμενικά ακουστές και από τους άλλους, όταν ο ήχος ή οι ήχοι είναι αποτέλεσμα της πρόκλησης ρυθμικών σπασμών ορισμένων μυών της μαλακής υπερώας, του μυός του τείνοντος το τύμπανο μυ ή συνεπεία κάποιου καρδιακού φυσήματος. Οι εμβοές ποικίλουν σε ένταση και χροιά.  


Από που προέρχονται οι εμβοές;
Υπάρχουν ποικίλες ωτολογικές -παθολογικές και μη- καταστάσεις που συνοδεύονται από εμβοές. Μερικές από αυτές είναι οι ακόλουθες: ξένα σώματα στον έξω ακουστικό πόρο, πρεβυακοΐα ή ωτογήρανση, συσσώρευση υγρού πίσω από το τύμπανο, ωτοσκλήρυνση, εμβοές που είναι επακόλουθο έκθεσης σε θόρυβο, αρτηριοσκλήρυνση, αύξηση της αρτηριακής πιέσεως, παραμόρφωση των τριχοειδών (κυττάρων της ακοής), όγκοι της κεφαλής και του τραχήλου, χρήση ορισμένων φαρμάκων, αναιμία, υποθυρεοειδισμός, σακχαρώδης διαβήτης και συχνή και μεγάλη λήψη ασπιρίνης (σαλικυλικά), ενσφήνωση στο τύμπανο κάποιο μικρού ξένου σώματος ή μια σφηνωμένη κυψελίδα.

Βελτίωση συμπτωμάτων. Θεραπεία
 Αν οι εμβοές οφείλονται σε ωτολογικό πρόβλημα ο ΩΡΛ θα υποδείξει τις θεραπευτικές δυνατότητες, τόσο του ακουολογικού προβλήματος, όσο και του προβλήματος των εμβοών με τη χρήση φαρμάκων, συμπληρωμάτων διατροφής, τη χρήση κατάλληλου ακουστικού βαρηκοΐας ή την εφαρμογή κάποιας χειρουργικής θεραπείας, αν το πρόβλημα μπορεί να λυθεί με επέμβαση.
Αν ο εμβοές είναι άγνωστης αιτιολογίας πάλι δοκιμάζονται:
1. Τα ακουστικά βαρηκοΐας, που σε αρκετές περιπτώσεις περιορίζουν ή εξαφανίζουν τις εμβοές.
2. Χρησιμοποιείται η ηχοκάλυψη με διάφορες συσκευές ή ακουστικό που παράγει ήχο που καλύπτει τις εμβοές. Η ηχοκάλυψη βοηθάει μερικούς πάσχοντες από εμβοές.
3. Η επανεκπαίδευση του ακουστικού συστήματος στο να αγνοεί τις εμβοές με τη χρησιμοποίηση ειδικών συσκευών που εκπέμπουν δέσμη ήχων ευρείας συχνότητας (broad band noise). Οι ήχοι αυτοί είναι ησυχότεροι από τις εμβοές του ασθενούς. Θεραπεία αυτή διαρκεί περισσότερο από ένα έτος.

5. Η φαρμακοθεραπεία: Πολλά φάρμακα έχουν χρησιμοποιηθεί κατά των εμβοών, χωρίς θεαματικά πάντοτε αποτελέσματα, σ’ αυτά έχουν περιληφθεί τα αντισπασμωδικά, ηρεμιστικά, αγχολυτικά, αντικαταθλιπτικά και αντιισταμινικά. Τα φάρμακα αυτά δεν θεραπεύουν τις εμβοές, αλλά βοηθούν μερικούς να αποδεχτούν τις εμβοές. http://www.chrisefthymiou.gr/epsilonmubetaomicron941sigmaf-betaomicronupsilonetatau940.html 
6. 6. Βελονισμος. Συχνά ο συνδυασμός ενός ή περισσότερων μεθόδων μπορεί να προσφέρει καλύτερα αποτελέσματα. Εναπόκειται στο γιατρό σε συνεργασία με τον ασθενή του, αφού κάνουν την ορθή διάγνωση της κατάστασης, να προχωρήσουν σε ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα αντιμετώπισης.

Βράγχος Φωνής. Δυσφωνία

Βραγχνάδα της Φωνής

 

Το βράγχος ή βραχνάδα αποτελεί μια μεταβολή της φυσιολογικής χροιάς της φωνής που μπορεί να εγκατασταθεί οξέως ή προοδευτικά. Οφείλεται συνήθως σε παθολογικές καταστάσεις που αφορούν το λάρυγγα ή τα νεύρα που τον νευρώνουν. Οι παθήσεις αυτές μπορεί να είναι από πολύ αθώες μέχρι και πολύ σοβαρές που χρήζουν άμεσης διάγνωσης.:



 

Οι αιτίες του είναι πολλές:
  • Οξεία λαρυγγίτιδα
  • Λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού
  • Έντονος βήχας
  • Οζίδια φωνητικών χορδών
  • Πολύποδες φωνητικών χορδών
  • Οίδημα Reinke
  • Λαρυγγοφαρυγγική παλινδρόμηση
  • Κάπνισμα
  • Αλλεργίες
Σπανιότερες αιτίες αποτελούν :
  • Κακοήθεις και καλοήθεις όγκοι του λάρυγγα
  • Κακοήθειες του πνεύμονα, του οισοφάγου ή του θυρεοειδούς
  • Τραύματα και κακώσεις
  • Υποθυρεοειδισμός
  • Νευρολογικές νόσοι
  • Προχωρημένη ηλικία
  • Μυασθένεια 


Χρειάζεται άμεση εξέταση από Ωτορινολαρυγγολόγο όταν:
  • Το βράγχος φωνής κρατά πάνω από 2-3 εβδομάδες
Συνυπάρχει 
  • πόνος στο λαιμό που αντανακλά στο αυτί
  • αιμόπτυση
  • Δυσκαταποσία ή αισθήματος ξένου σώματος στο λαιμό
  • Σε αφωνία
  • Επί δύσπνοιας
  • Επί συνυπάρξεως ψηλαφητής μάζας ή άλγους στον τράχηλο
Πως εκτιμάται η βραγχνάδα: Ο ΩΡΛ θα εξετάσει τις φωνητικές χορδές τοποθετώντας ένα καθρέπτη στο πίσω μέρος του λαιμού. Μερικές φορές μπορεί  να χρειαστεί η ενδοσκόπηση του λάρυγγα με εύκαμπτο ή άκαμπτο ενδοσκόπιο.

Προληπτικά μέσα βράγχους φωνής:

  • Διακοπή καπνίσματος
  • Αποφυγή χώρων με καπνό ή ερεθιστικούς αέρινους ρύπους
  • Φροντίστε να υπάρχει αρκετή υγρασία και καλός αερισμός στους κλειστούς χώρους
  • Μην κάνετε κατάχρηση της φωνής σας μιλώντας συνέχεια ή πολύ δυνατά
  • Αποφυγή αλκοολούχων ποτών και πικάντικων φαγητών όταν υπάρχει ιδιαίτερη ευαισθησία
  • Εάν χρησιμοποιείτε επαγγελματικά τη φωνή σας συμβουλευτείτε τον ΩΡΛ ή τον λογοθεραπευτή σας. http://www.chrisefthymiou.gr/phirhoomicronnutau943deltaalpha-tauetasigmaf-phiomeganu942sigmaf.html
ΘΕΡΑΠΕΙΑ Η θεραπεία της βραχνάδας εξαρτάται κυρίως από την αιτία. Οι περισσότερες βραχνάδες θεραπεύονται με ξεκούραση της φωνής (αφωνία), ή τροποποιώντας τη χρήση της φωνής. Εάν διαπιστωθεί πολύποδας των φωνητικών χορδών χρειάζεται χειρουργική αφαίρεση.  Οι λογοθεραπείες σε περίπτωση βραχνάδας από κακή ή εκτεταμένη χρήση  της φωνής, μπορεί να βοηθήσουν.

Κύστη στο έδαφος του στόματος. Βατράχιο (Ranula).


To βατράχιο (ranula) αναφέρεται σε κυστική  μάζα που εντοπίζεται στο έδαφος του στόματος ετερόπλευρα, κοντά στο χαλινό της γλώσσας. Συγκεκριμένα, το βατράχιο προέρχεται από το σώμα του υπογλώσσιου αδένα, απο τους εκφορητικούς πόρους Rivini του υπογλωσσίου αδένα, από τον πόρο του Wharton του υπογνάθιου σιελογόνου αδένα και σπανιότερα από ελάσσονες σιελογόνους αδένες. Η αιτιοπαθογένεια του βατράχιου στα μικρά παιδιά είναι άγνωστη, ενώ η εμφάνιση βατράχιου σε μεγαλύτερες ηλικίες σχετίζεται με την ύπαρξη προηγηθέντων μικροτραυματισμών στην περιοχή. 
Το απλό βατράχιο, οφείλεται συνήθως σε μερική απόφραξη του πόρου του υπολώσσιου σιελογόνου αδένα, με αποτέλεσμα διάταση του εγγύς τμήματος του πόρου. Το καταδυόμενο βατράχιο, προκύπτει μετά από πλήρη απόφραξη του πόρου του υπογλώσσιου σιελογόνου αδένα, ρήξη του πόρου και απελευθέρωση του περιεχομένου στους γύρω ιστούς. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ψευδοκύστης που δεν περιβάλλεται από επιθήλιο, αλλά από συνδετικό ή κοκκιωματώδη ιστό και καταδύεται ανάμεσα στους μυς του τραχήλου.

Χαρακτηριστικά

Τα βατράχια μπορεί να διακυμαίνονται σε μέγεθος. Μπορούν να είναι ροζ ή μπλε χρώμα, ανάλογα με το πόσο βαθιά βρίσκεται η κύστη, και συνήθως προκαλούν δυσκολία στην ομιλία και δυσχέρεια  στην μάσηση και κατάποση τροφής.

Αντιμετώπιση 

Η αντιμετώπιση του «απλού βατράχιου» είναι χειρουργική με ενδοστοματική προσπέλαση από ΩΡΛ. Γίνεται εκτομή του βατραχίου και μαρσιμοποίηση. Σε περίπτωση υποτροπής, που ανέρχεται έως και 30%, απαιτείται και η συναφαίρεση του σύστοιχου υπογλώσσιου σιαλογόνου αδένα.
Το «καταδυόμενο βατράχιο» χρήζει πάντοτε εκτομής και του υπογλώσσιου σιαλογόνου αδένα. Στην περίπτωση αυτή πέρα από την ενδοστοματική προσπέλαση μπορεί να χρειαστεί και τραχηλική τομή.

Είναι σημαντικό να εκτιμηθεί από ΩΡΛ χειρουργό, διότι ενίοτε μπορεί να υποκρύπτει μια πιο σοβαρή παθολογία η οποία απαιτεί περαιτέρω προσοχή! 
Ευθυμίου Χριστίνα, Χειρουργός, ΩΡΛ

Δακρυοκυστορινοστομία (DCR).Για την επίμονη δακρύρροια

Δακρυοκυστορινοστομία (DCR) είνα η επέμβαση που διενεργείται για τη θεραπεία της δακρύρροιας (επιφορά) που οφείλεται στην απόφραξη της ρινοδακρυικής οδού. Τα δάκρυα προέρχονται από το δακρυϊκό αδένα, που βρίσκεται στο έξω τμήμα του άνω βλέφάρου του οφθαλμού.

 Όπως τα δάκρυα διασχίζουν το μάτι με κάθε ριπή, κατευθύνονται σε μικρά ανοίγματα στα βλέφαρα και εν συνεχεία ταξιδεύουν μέσω ενός καναλιοειδές σύστημα στο δακρυϊκό σάκο. Το δακρυϊκό σάκο βρίσκεται μεταξύ του οφθαλμού και της μύτης, και κατευθύνει τα δάκρυα μέσα στην ρινική κοιλότητα διαμέσου του ρινοδακρυϊκού πόρου.

 Απόφραξη του ρινοδακρυϊκού αγωγού είναι μία κοινή αιτία, και μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη δημιουργία ενός ανοίγματος απευθείας από το δακρυϊκό σάκο μέσα στην ρινική κοιλότητα σε μια διαδικασία γνωστή ως DCR. Η αξιολόγηση και η διαχείριση της ρήξης μπορεί να περιλαμβάνει τόσο έναν οφθαλμίατρο και έναν ωτορινολαρυγγολόγο.

Eνδείξεις

DCR ενδείκνυται στη θεραπεία της δακρύρροιας λόγω απόφραξης ρινοδακρυικής οδού. Απόφραξη αυτού του αγωγού μπορεί να οφείλεται σε τραύμα, προηγούμενη χειρουργική επέμβαση, όγκων, ή φλεγμονωδών καταστάσεων, αλλά συνήθως παρουσιάζεται χωρίς αναγνωρίσιμη αιτία.

 Μια φυσική εξέταση γίνεται από τον ιατρό, και συχνά ακολουθείται από ανίχνευση της άρδευσης του καναλιοειδούς συστήματος. Τοποθέτηση χρωστικής στα δάκρυα, μπορεί να παρατηρηθεί και να χρονομετρηθεί για κάθαρση. Η αξιολόγηση αυτή μπορεί να γίνει εύκολα και καλά ανεκτή σε περιβάλλον ιατρείου.

Χειρουργική επέμβαση
 
Συνήθως εκτελείται υπό γενική αναισθησία, αλλά μπορεί να γίνει και με τοπική αναισθησία, ανάλογα με την προτίμηση του ασθενούς και του χειρουργού. DCR μπορεί να επιτευχθεί από εξωτερική προσέγγιση ή από ενδοσκοπική προσέγγιση. Ο στόχος της διαδικασίας είναι να παρακάμψει την απόφραξη της ρινοδακρυικής οδού και να επιτραπεί η ροή των δακρύων μέσα στη μύτη απευθείας από το δακρυϊκό σάκο. Η ενδοσκοπικί προσέγγιση διενεργείται δια μέσου ενδοσκοπίου εντός της μύτης και προτιμάται λόγω της αποφυγής ουλών προσώπου και σχετίζεται με ιγότερο πόνο. Οστικά τεμάχια απομακρύνόνται από την περιοχή πάνω από το δακρυϊκό σάκο και ο σάκος ανοίγεται μέσα στην μύτη και εν συνεχεία χρησιμοποιούνται ενδοπροθέσεις για κάποιο χρονικό διάστημα μετεγχειρητικά για να διατηρηθεί το άνοιγμα.
Κίνδυνοι
 
Στην ενδοσκοπική προσέγγιση, ο πόνος είναι ελάχιστος και μπορεί να ελεγχθεί με ήπια αναλγητικά φάρμακα. Η μόλυνση είναι ασυνήθιστη και η αιμορραγία  να είναι ελάχιστη. Ουλές εντός της μύτης μπορεί να συμβούν, οδηγώντας σε απόφραξη του ανοίγματος και της επανάληψης της δακρύρροιας.